- Μυοτρῶκται
- Μῠο-τρῶκται, οἱ,A Mouse-eaters, name of a tribe, Porph.Chr. 69.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Μυοτρώκται — Μυοτρῶκται, οἱ (Α) μτγν. αυτοί που τρώνε ποντίκια, οι ποντικοφάγοι, ως ονομασία μιας ανθρώπινης φυλής. [ΕΤΥΜΟΛ. < μῦς, μυός «ποντικός» + τρώκτης(< τρώγω), πρβλ. ξυλο τρώκτης] … Dictionary of Greek
Μυοτρώκτας — Μυοτρώκτᾱς , Μυοτρῶκται Mouse eaters masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)